ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hé σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
nez (súlyra)

βαρύς-ιά-ύ

nez / súlyos

βαρύς / βαριά / βαρύ

nez légzés

δύσπνοια

nezfém

βαρύ μέταλλο◼◼◼

nezfém terhelés

φορτίο βαρέων μετάλλων

nezjármű forgalom

κυκλοφορία οχημάτων μεταφοράς βαρέων φορτίων

nezség

προβλήματα◼◼◼

δυσκολία◼◼◼

δυσκολία (η)◼◼◼

δυσχέρεια◼◼◻

πρόβλημα◼◼◻

υποχρέωση◼◻◻

δοκιμή◼◻◻

δοκιμασία

Nezvíz

Βαρύ ύδωρ◼◼◼

nyolcvant

ογδόντα επτά

perilium

περιήλιο

szarvasten

ελαφίνα

szemlyfesték

σκιά

szeretnél valahova elmenni a tvégén?

θέλεις να πάμε κάπου το σαββατοκύριακο;

szuali

σουαχίλι◼◼◼

Σουαχίλι◼◼◼

szép élményekkel tértünk vissza Atnből

γυρίσαμε από την Αθήνα με όμορφες εντυπώσεις

ten

Αγελάδα◼◼◼

αγελάδα◼◼◼

βοῦς

βόδι

tenborsó

μαυρομάτικα φασόλια◼◼◼

Tba

Θήβαι (Αίγυπτος)

Tbai

Θήβα

Tbé (hold)

Θήβη (δορυφόρος)

tta

θήτα◼◼◼

Tta

Θήτα◼◼◼

tizent

δεκαεπτά (dekaeptá)◼◼◼

δεκαεφτά◼◻◻

tizent (17)

δεκαεπτά (17)◼◼◼

tojásferje

λεύκωμα◼◼◼

ασπράδι◼◼◻

λευκό◼◻◻

tojásj

κέλυφος◼◼◼

4567

Το ιστορικό σας