ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

gyilkol σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
gyilkol

δολοφονία◼◼◼

δολοφονώ

θανατώνω

θανατώνω (thanatóno)

σκοτώνω

σκοτώνω (skotóno)

φονεύω

φονεύω (fonévo)

φόνος

meggyilkol

δολοφονία◼◼◼

δολοφονώ

σκοτώνω

φονεύω

φόνος

megöl, meggyilkol

σκοτώνω

Το ιστορικό σας