ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

fog σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elsődleges energiafogyasztás

κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας

energiafogyasztás

κατανάλωση ενέργειας◼◼◼

esemény utáni fogamzásgátló tabletta

άμεση αντισύλλυψη (το χάπι της επόμενης ημέρας)

esni fog

θα βρέξει;

λες να βρέξει;

ettől fogva

εφεξής

ez a festék sosem fog lejönni

αυτό το χρώμα δε θα βγει ποτέ

ez a gyógyszer használni fog

αυτό το φάρμακο θα σου κάνει καλό

ez a hely foglalt

αυτή η θέση είναι πιασμένη

ez kb. 20 percig fog tartani

θα πάρει περίπου είκοσι λεπτά

ezek a helyek már foglaltak

οι θέσεις αυτές είναι πια κατειλημμένες/πιασμένες, (telefon) μιλάει

ezt nem fogom tudni megcsinálni legalább két hétig

δεν θα μπορέσω να το κάνω για τουλάχιστον δυο εβδομάδες

fagyni fog ma éjjel

θα έχει παγωνιά απόψε

fáj a fogam

έχω ένα πονόδοντο

fel kellene keresnie a fogászasszisztenst

θα χρειαστεί να κλείσετε ένα ραντεβού να δείτε τον υγιεινολόγο

felfog

(ésszel) αντιλαμβάνομαι (αντιληφθώ)

αντιλαμβάνομαι

γνωρίζω

εννοώ

κατανοώ

νοώ

συλλαμβάνω

felfogás

αντίληψη◼◼◼

επινόηση

felfoghatatlan

ακατανόητος

felfogómedence

δεξαμενή κατακράτησης

fogás

το κυρίως πιάτο

gépjármű kipufogógáz

αέριο εξάτμισης (καυσαέριο) αυτοκινήτου οχήματος

harapófogó

τανάλια

határozatlan jogi felfogás

αόριστη νομική έννοια

helyfoglalás

μίσθωση◼◼◼

hívni foglak

θα σε πάρω

hogy fogadták a híreket?

πώς δέχτηκαν τα νέα; (vkit) υποδέχομαι (-τώ)

hol fog megszállni?

που θα μέινετε;

hozzáfog

καταπιάνομαι (-στώ)

interneten foglaltam

το έκλεισα ηλεκτρονικά

itt fogyasztja el vagy elviszi?

για εδώ ή για έξω;

itt van a foglalási referenciaszámom

εδώ είναι ο αριθμός της κράτησης

javulni fog az idő

ο καιρός θα βελτιωθεί

jelenleg senki nem tudja fogadni a hívását.

δεν υπάρχει κανείς για να απαντήσει στο τηλεφώνημα σας αυτή τη στιγμή

78910

Το ιστορικό σας