ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

felvált σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
felvált

ανταλλαγή◼◼◼

διακοπή◼◼◼

(pénzt) χαλώ (-άω, -άσω)

felváltva

εναλλάξ◼◼◼

elront, elromlik, felvált

χαλ(ν)άω

Το ιστορικό σας