ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

feltételezés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
feltételezés

παραδοχή◼◼◼

τεκμήριο◼◼◻

προϋπόθεση◼◼◻

ανάληψη◼◻◻

a feltételezés hamisnak bizonyult

η υπόθεση αποδείχθηκε λανθασμένη

Το ιστορικό σας