ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

felépül σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
felépül

ανακτώ

γιανίσκω

συνέρχομαι

 épül

felépülés

ανάκαμψη◼◼◼

ανάρρωση◼◼◻

αποκατάσταση◼◻◻

ανάκτηση◼◻◻

Το ιστορικό σας