ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

fejedelem σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
fejedelem

βασιλόπουλο

μονάρχης

πρίγκιπας

fejedelemség

πριγκιπάτο◼◼◼

Το ιστορικό σας