ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ellenkező σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ellenkező

αντίθετο◼◼◼

ellenkezőleg

μάλλον◼◼◼

όντως◼◼◻

τουναντίον◼◼◻

Το ιστορικό σας