ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elkölt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elkölt

αναλώνω

ξοδεύω (-ψω)

elköltözik

μετακομίζω (-σω), αλλάζω (-ξω) σπίτι

elköltözködik

κινώ

μετακομίζω

Το ιστορικό σας