ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elfogult σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elfogult

προκατειλημμένος (-η-ο)

elfogultság

προκατάληψη◼◼◼

προκαταλαμβάνω

Το ιστορικό σας