ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

egyszáz σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
egyszáz

εκατό◼◼◼

1/100 ("egyszázad")

ένα εκατοστό◼◼◼

Το ιστορικό σας