ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

egyetemes σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
egyetemes

καθολικός◼◼◼

εν ενεργεία◼◻◻

egyetemesség

καθολικότητα◼◼◼

Το ιστορικό σας