ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

egyenesen σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
egyenesen

ευθεία◼◼◼

απόλυτα◼◻◻

εντελώς◼◻◻

ίσια, ευθεία

menjen egyenesen tovább kb. egy mérföldet (egy mérföld az kb. 1,6 km)

προχώρα ευθέια για περίπου ένα μίλι (ένα μίλι είναι περίπου 1,6 χιλιόμετρα)

menjen tovább egyenesen, elhagyva néhány közlekedési lámpát

συνεχίστε ευθεία μετά τα φανάρια

Το ιστορικό σας