ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

edző σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
edző

εκπαιδευτής◼◼◼

ο προπονητής

πούλμαν

προπονήτρια

προπονητής

προπονώ

edzőcipő

αθλητικά παπούτσια

edzőterem

γυμναστήριο◼◼◼

egy edzőterem tagja vagyok

είμαι μέλος στο γυμναστήριο

Labdarúgóedzők

Προπονητές ποδοσφαίρου

Το ιστορικό σας