ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

csoportosít σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
csoportosít

ομάδα◼◼◼

συγκρότημα◼◻◻

csoportosítás

ομαδοποίηση◼◼◼

ταξινόμηση◼◼◻

κατάταξη◼◼◻

κατηγοριοποίηση◼◻◻

διαβάθμιση◼◻◻

átcsoportosít

μεταφορά◼◼◼

Το ιστορικό σας