ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

borzasztó σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
borzasztó

απαίσιος

απεχθής

δεινός

εξωφρενικός

καταστροφικός

σοκαριστικός

τρομερός

φοβερός

φρικτός