ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bombázó σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
bombázó

βομβαρδιστικό

βομβιστής

κανόνι

σεξοβόμβα

Το ιστορικό σας