ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bocsánat σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
bocsánat

ορίστε

συγγνώμη (singnómi)

συχώρεση

bocsánat!

συγνώμη!

bocsánatkérés

απολογία

συγγνώμη

bocsánatot kér

συγγνώμη

elnézést (figyelemfelkeltésre, valaki kikerülésekor, vagy bocsánatkérésre használható)

με συγχωρείτε (χρησιμοποιείται για να τραβήξετε την προσοχή κάποιου, για να προσπεράσετε κάποιοιν, ή για να ζητήσετε συγγνώμη)

Το ιστορικό σας