ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bilincs σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
bilincs

χειροπέδες◼◼◼

χειροπέδα

a szabálytalanul parkoló autóra kerékbilincset teszünk

τα όχηματα θα στερεώνονται / ακινητοποιούνται

megbilincsel

χειροπέδες

χειροπέδη

Το ιστορικό σας