ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

belső környezet σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
belső környezet

ενδοκτηριακό περιβάλλον

περιβάλλον εσωτερικών χώρων

Το ιστορικό σας