ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

barátnő σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
barátnő

η φίλη

κοπέλα

κορίτσι

φίλη

φίλος

φιλενάδα

a barátnőddel együtt hárman vagyunk

μαζί με την φίλη σου είμαστε τρεις

megyek a barátnőmhöz

πάω στην φίλη μου

van barátnőd?

έχεις κανένα κορίτσι;

Το ιστορικό σας