ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bűntudat σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
bűntudat

ενοχή

η ενοχή

τύψη

bűntudatot érzek

νιώθω ενοχή

Το ιστορικό σας