ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

alkálifém σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
alkálifém

Αλκάλια◼◼◼

αλκαλιμέταλλο◼◼◼

alkálifémek

αλκάλια