ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

élesség σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
élesség

intelligence

ευρηματικότητα

szélesség

φάρδος◼◼◼

sávszélesség

εύρος ζώνης◼◼◼

φάσμα◼◻◻

Το ιστορικό σας