ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
φεύγω | |
φεύγω (φύγω) (+ για vhova) | |
φεύγω (φύγω) (+ για) | |
φεύγω (φύγω) (ταξίδι), πηγαίνω (πάω, πήγα) (ταξίδι) | |
φεύγω (φύγω) τρέχοντας | |
(vmt) αποφεύγω (αποφύγω), (vmennyibe) κάνω, κοστίζω (-σω), στοιχίζω (-σω): | |
(vhova) πηγαίνω (πάω, πήγα), (elindul) φεύγω (φύγω)(+ για vhova), (jön és továbbmegy) περνώ (-άω, -άσω)(+ από vmi mellett) | |
αποφεύγω | |
αποφεύγω (αποφύγω) | |
ξεκινώ (-άω, -ήσω), (vhonnan) αναχωρώ (-ήσω), φεύγω (φύγω) (+ για vhova): | |
ξεφεύγω | |
προσφεύγων | felperes◼◼◼ |