ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τόμος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τόμος

kötet◼◼◼

könyv◼◻◻

évfolyam◼◻◻

foglal

térfogat

ανατόμος

anatómus

καινοτόμος

innovatív◼◼◼

λαιμητόμος

nyaktiló

υλοτόμος

favágó