ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ιερό (hieró) , λάρνακα (lárnaka) σημαίνει σε ουγγρικά

Αποτελέσματα: ιερό
Θα προτιμούσα να αναζητήσω αυτό: < a href="/ελληνικα-ουγγρικα-λεξικο/%CE%B9%CE%B5%CF%81%CF%8C%20(hier%C3%B3)%20%2C%20%CE%BB%CE%AC%CF%81%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B1%20(l%C3%A1rnaka)?nofix" title="ιερό (hieró) , λάρνακα (lárnaka)">5$
ελληνικάουγγρικά
ιερό

szentély

ιερό (ʰieró) , λάρνακα (lárnaka)

búcsújáróhely

kegyhely

ιερό οστό

keresztcsont◼◼◼

ιερόδουλη

prostituált

ιερός

szent

ιερόσυλος

szentségtörő

ιερότητα

vallásosság

κρουαζιερόπλοιο

tengerjáró◼◼◼

πόρνη (pórni) , ιερόδουλη (ieróduli) , (vulgar:) πουτάνα (putána)

kurva

σκιερός

árnyékos