Ungersk-Grekisk ordbok »

terület betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
periferikus parkterület

περιοχή περιαστικού (υπερτοπικού) πάρκου

pihenő/üdülőterület

περιοχή αναψυχής

szakterület

ειδικότητα◼◼◼

száraz terület

άγονη περιοχή

tengeri védett terület

θαλάσσιο καταφύγιο

természeti terület

φυσικό καταφύγιο

természeti területek védelme

προστασία των φυσικών καταφυγίων

természetvédelmi terület

φυσικό καταφύγιο (εκτροφείο θηραμάτων)◼◼◼

tiszta levegős terület

περιοχή καθαρού αέρα

torkolati természetvédelmi terület

προστατευόμενη περιοχή εκβολών ποταμού (ποταμόκολπου)

tájvédelmi terület

προστατευόμενη περιοχή φυσικού τοπίου

ugar (terület)

περιοχή αγρανάπαυσης

vadászterület

κυνηγετικό καταφύγιο/εκτροφείο θηραμάτων

περιοχή ελεγχόμενης θήρευσης (θήρας)

valószínűsíthetően szennyezett terület száraz területi ökoszi

περιοχή πιθανής ρύπανσης

vegyesfelhasználású terület

περιοχή μικτής χρήσης

veszélyeztetett terület

περιοχή που υφίσταται πιέσεις

veszélyterület

περιοχή κινδύνου

vidéki terület

αγροτική περιοχή◼◼◼

városszéli terület

περιαστικός χώρος

védett terület

προστατευόμενη περιοχή◼◼◼

απόθεμα

απόθεμα, προστατευόμενη περιοχή

vízgyűjtő terület

υδρολογική λεκάνη◼◼◼

λεκάνη απορροής◼◼◻

λεκάνη απορροής/υδρολογική λεκάνη

zöldterület

χώρος πρασίνου

állami tengeri terület

τομέας δημόσιας ναυτιλίας

állami víziút terület

τομέας δημόσιας ναυσιπλοΐας

ásatási terület, romkert

αρχαιολογικός χώρος

építési terület

εργοτάξιο

οικοδομήσιμη γη

περιοχή δόμησης

Északnyugati területek

Βορειοδυτικά Εδάφη◼◼◼

ökológiailag érzékeny terület

οικολογικά ευαίσθητη περιοχή

123