Ungersk-Grekisk ordbok »

terület betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
beépített terület

(πυκνο)δομημένη περιοχή/οικιστική περιοχή

οικιστική περιοχή

πυκνοδομημένη περιοχή

bozótos terület

μακί/ρεικότοπος/άγρια θαμνώδης περιοχή

Brit Indiai-óceáni Terület

Βρετανικό Έδαφος του Ινδικού Ωκεανού

bányaterület helyreállítása

αποκατάσταση χώρου εξόρυξης

elosztási terület

περιοχή εξαπλώσεως

erdei biológiai védett terület

δασικό καταφύγιο βιολογικής αξίας

Európai természetvédelmi terület

ευρωπαϊκό φυσικό καταφύγιο

fejlesztési terület

περιοχή ανάπτυξης/αναπτυξιακή περιοχή

felhagyott ipari terület

εγκαταλειμμένος βιομηχανικός χώρος

εγκαταλελειμμένες βιομηχανικές εκτάσεις

feltárási terület

χώρος εκσκαφής (ανασκαφής)

Francia Déli- és Antarktiszi-területek

Γαλλικά Νότια Εδάφη

Francia déli területek

Γαλλικά νότια και ανταρκτικά εδάφη

fészkelő terület

περιοχή φωλιάσματος

földgazdálkodási beavatkozási terület

περιοχή παρέμβασης στο πλαίσιο της διαχείρισης γαιών

földközi-tengeri terület

περιοχή της Μεσογείου

füves terület

χορτο(ποο-)λιβαδική έκταση/λιβάδι/βοσκότοπος/λειμώνας

halászterület

αλιευτικό πεδίο◼◼◼

περιοχή αλίευσης/αλιευτικό καταφύγιο

hangafüves terület

ρεικότοπος

használaton kívüli katonai terület

στρατιωτική περιοχή εκτός ενεργείας

integrált természetvédelmi terület

ολοκληρωμένο φυσικό καταφύγιο

ipari terület

βιομηχανική περιοχή◼◼◼

ivóvízvédelmi terület

περιοχή προστασίας πόσιμων υδάτων◼◼◼

jogi szakterület

κλάδος δικαίου

katonai terület

στρατιωτική περιοχή◼◼◼

közterület, közjószág

δημόσιος τομέας

lakóterület

περιοχή (ζώνη) κατοικίας (κατοικιών)◼◼◼

lakóterület forgalomcsillapítókkal

περιοχή κατοικιών με διευθετήσεις για τη μείωση

madárvédelmi terület

καταφύγιο πτηνών

magánterület, nem nyilvános, privát

ιδιωτικό

magánterület/birtok

ιδιωτικός τομέας

marginális terület

έδαφος οριακής απόδοσης

mezőgazdasági terület

γεωργική έκταση◼◼◼

nemzeti halászati terület

εθνικό αλιευτικό καταφύγιο

park központi területe

περιοχή δημόσιου κήπου στο κέντρο της πόλης

(tenger)parti terület

παράκτια περιοχή

(tenger)parti területtervezés

σχεδιασμός παρακτίων ζωνών

123