Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
διακοπές▼◼◼◼
διάλειμμα▼◼◼◼
διάλειμμα (το)▼◼◼◼
διάστημα▼◼◼◼
διακοπή▼◼◼◼
βάση▼◼◼◻
παύση▼◼◻◻
ανάπαυλα▼◼◻◻
ανάπαυση▼◼◻◻
στάση▼◼◻◻
ιντερλούδιο▼
σπάω▼
παύση▼◼◼◼
έξω για φαγητό▼
ανακωχή▼
εκεχειρία▼
να παραγγείλουμε ποτά για το διάστημα;▼
διακοπές (οι)▼
η διακοπή ρεύματος▼
↑