Ungerska | Grekiska |
---|---|
hely | θέση◼◼◼ σημείο◼◼◼ ο τόπος◼◼◼ περιοχή◼◼◻ χώρος◼◼◻ τοποθεσία◼◼◻ έδρα◼◼◻ κατάσταση◼◼◻ διάστημα◼◼◻ χωριό◼◼◻ πόλη◼◻◻ κάθισμα◼◻◻ στίγμα◼◻◻ στάση◼◻◻ αίθουσα◼◻◻ κοιλότητα◼◻◻ |
(ülő)hely, osztály | |
hely, rész | |
helybeli | |
helyben | επί τόπου◼◼◼ |
helyes | σωστά◼◼◼ ορθός◼◼◻ δεόντως◼◼◻ σωστός◼◼◻ δίκαιο◼◼◻ δικαίωμα◼◼◻ ακριβής◼◻◻ |