Ungersk-Grekisk ordbok »

elé betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
felkelés

(népé) η εξέγερση

επαναστατώ

στάση

felnevelés

ανατροφή

felnégyelés

τετρατόμηση

χωρισμός (διαίρεση) σε τεταρτημόρια

felszentelés

χειροτονία

felszerelés

εξοπλισμός◼◼◼

ο εξοπλισμός◼◼◻

υλικό◼◼◻

σχέση◼◼◻

εξάρτυση◼◻◻

ομάδα◼◻◻

ταχύτητα◼◻◻

ηλεκτρονικός εξοπλισμός◼◻◻

δομικά υλικά

felszín alatti víztermelés

εκμετάλλευση υπόγειου νερού

felé

για να◼◼◼

για

λόγω

ανωτέρω

βάσει

γιατί

διότι

εδώ

επειδή

με

μετά

να

πάνω

σε

στροφή

υπέρ

felé (térben)

προς◼◼◼

felébred

αφυπνίζω

ξυπνώ (-άω, -ήσω)

felébreszt

αφυπνίζω

ξυπνώ (-άω, -ήσω)

felél

χρήση◼◼◼

ανταποκρίνομαι

3456