Ungersk-Grekisk ordbok »

állás betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
állás

θέση◼◼◼

κατάσταση◼◼◻

χρήση◼◼◻

σημείο◼◼◻

απασχόληση◼◼◻

εργασία◼◼◻

καθεστώς◼◼◻

πρόσληψη◼◻◻

έργο◼◻◻

ιδιότητα◼◻◻

τοποθεσία◼◻◻

δουλειά

(munka) η θέση, η δουλειά

επάγγελμα

állásfoglalás

διάθεση◼◼◼

στάση

álláshely

θέση◼◼◼

σημείο

álláspont

θέση◼◼◼

άποψη◼◼◻

στάση◼◼◻

σκοπός◼◻◻

προοπτική◼◻◻

πρόθεση◼◻◻

εικόνα

θεώρηση

οπτική γωνία

σκοπιά

beszállás most

επιβίβαση τώρα

bútorozott vagy bútorozatlan szállást keres?

ψάχνετε για επιπλωμένη ή ανεπίπλωτη κατοικία;

elektromos ellenállás

ηλεκτρική αντίσταση◼◼◼

ellenállás

αντίσταση◼◼◼

αντοχή◼◼◼

η αντίσταση◼◼◻

ανθεκτικότητα (βιολογική)◼◼◻

δύναμη◼◻◻

αντίδραση◼◻◻

αντίθεση◼◻◻

οπισθέλκουσα◼◻◻

ellenállás (biológia)

ανθεκτικότητα (βιολογική)◼◼◼

12