Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

hely bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
lakóhely

διαμονή◼◼◻

έδρα◼◼◻

οικία◼◻◻

σπίτι

megállóhely

σταματώ

mellékhelyiség

τουαλέτα◼◼◼

menedékhely

καταφύγιο◼◼◼

άσυλο◼◻◻

λιμάνι◼◻◻

προστασία◼◻◻

απάγκιο

menhely

άσυλο

mennyi idő alatt érsz be a munkahelyre?

πόση ώρα σου παίρνει για να έρθεις στη δουλειά;

mennyi volt a fizetése az előző munkahelyén?

τι μισθό παίρνατε στην προηγούμενη σας δουλειά;

mi a helyzet? (meglehetősen közvetlen)

πως πάει; (σχετικά ανεπίσημο)

mihelyst

μόλις◼◼◼

mihelyst lehetséges

το συντομότερο δυνατόν

mihelyt

άπαξ◼◼◼

mit gondolsz erről a helyről?

πως σου φαίνεται αυτό το μέρος;

hely

εργαστήρια◼◼◼

συνεργείο◼◼◼

εργαστήριο◼◼◻

κατάστημα

αργαστέρ

μαγαζί

munka, dolog, tennivaló, munkahely

δουλειά (η)

munkahely

θέση (χώρος) εργασίας◼◼◼

εργασία◼◼◼

χώρος εργασίας◼◻◻

έργο◼◻◻

δουλειά

munkahely felajánlás

προσφορά εργασίας

munkahelyen töltött órák

ώρες εργασίας

munkahelyi baleset

εργατικό ατύχημα◼◼◼

munkahelyi viszonyok

συνθήκες εργασίας

nem helyénvaló

ακατάλληλος

nem helyszíni

εκτός χώρου παραγωγής

Nikoszt elbocsátották a munkahelyéről

Ο Νίκος απολύθηκε από τη δουλειά του

nincs elég hely

δεν έχει αρκετό χώρο, (pl. ülő-) η θέση◼◼◼

növényzet helyreállítása

αποκατάσταση της χλωρίδας

78910