Hungarian-Greek dictionary »

viszony meaning in Greek

HungarianGreek
viszony

σχέση◼◼◼

αναλογία◼◻◻

θέμα◼◻◻

συσχέτιση◼◻◻

υπόθεση◼◻◻

όρος◼◻◻

θητεία◼◻◻

ζήτημα◼◻◻

δεσμός

συγγένεια

τρίμηνο

viszonylag

σχετικά◼◼◼

αρκετά◼◼◻

viszonylagos

σχετικός◼◼◼

συγκριτικός

viszonyok

κατάσταση◼◼◼

θέση◼◼◻

viszonyszám

λόγος◼◼◼

viszonyulás

πρόσβαση◼◼◼

στάση◼◼◼

adag-hatás viszony

σχέση δόσης-ανταπόκρισης

az akkori viszonyok közt

με τις τότε συνθήκες

jogviszony

καθεστώς◼◼◼

θέση◼◼◻

ιδιότητα◼◼◻

κατάσταση◼◻◻

munkahelyi viszonyok

συνθήκες εργασίας

munkaviszony

απασχόληση◼◼◼

εργασία◼◼◼

χρήση◼◻◻

δουλειά

εργοδοσία

teljesítmény-hő viszony

σχέση ηλεκτρισμού-θερμότητας

világviszonylatban

διεθνώς◼◼◼