Hungarian-Greek dictionary »

tétel meaning in Greek

HungarianGreek
tétel

άρθρο◼◼◼

πρόταση◼◻◻

φράση◼◻◻

θεώρημα

tételezzük fel, hogy...

ας υποθέσουμε ότι...

(a jövő idő és a feltételes mód segédszava)

θα

a feltételezés hamisnak bizonyult

η υπόθεση αποδείχθηκε λανθασμένη

azzal a feltétellel, hogy...

με την προϋπόθεση ότι...

ellentételezés

ασυμμετρία◼◼◼

elégtétel

ικανοποίηση◼◼◼

előfeltétel

προϋπόθεση◼◼◼

προαπαιτούμενο◼◼◻

απαίτηση◼◻◻

εκ των ων ουκ άνευ

feltétel

προϋπόθεση◼◼◼

όρος (ο)◼◼◼

κατάσταση◼◼◻

συνθήκη◼◼◻

σειρά◼◼◻

εξάμηνο◼◻◻

τρίμηνο◼◻◻

θητεία◼◻◻

προσόν◼◻◻

κύρος

feltétel nélküli

άνευ όρων◼◼◼

χωρίς όρους◼◼◻

feltételes

υποθετικός◼◼◼

feltételes megállóhely

ζητήστε στάση

feltételez

λήψη◼◼◼

εικάζω

υποθέτω (-σω)

feltételezett

φερόμενος◼◼◼

δήθεν◼◼◻

feltételezhető

πιθανόν◼◼◼

feltételezhetően

υποθετικά

feltételezés

παραδοχή◼◼◼

τεκμήριο◼◼◻

προϋπόθεση◼◼◻

ανάληψη◼◻◻

fizikai feltételek

φυσική κατάσταση

12