Please enable javascript to use dictionary! Howto enable javascript?
ευσυνείδητος▼◼◼◼
ευσυνείδητος (-η-ο)▼◼◼◼
εργάζεται ευσυνείδητα/με ευσυνειδησία▼
ευσυνειδησία▼◼◼◼
↑