Please enable javascript to use dictionary! Howto enable javascript?
κομμώτρια▼
κουρέας▼
κομμωτής (ο)▼◼◼◼
κομμωτής (ο) (η κομμώτρια)▼◼◼◼
κομμωτήριο (το)▼
κουρείο▼
↑