Please enable javascript to use dictionary! Howto enable javascript?
νεολαία▼◼◼◼
παιδί▼◼◼◻
νεαρός▼◼◻◻
νεαρός (-ή-ό)▼◼◻◻
νεαρό άτομο▼
μικρός▼
νέα / νέο▼
νέος-α-ο▼
νεαρός-ή-ό / (ο)▼
φαίνεσαι/δείχνεις πιο νέος, úgy néz ki, hogy... φαίνεται ότι/να...▼
νεολαία▼
νιάτα▼
αναζωογόνηση▼◼◼◼
κοτσονάτος▼
↑