Please enable javascript to use dictionary! Howto enable javascript?
καθυστέρηση▼◼◼◼
τελευταίος▼◼◻◻
αργώ▼
καθυστερώ (-ήσω), αργώ (-ήσω)▼
το τραίνο θα αργήσει▼
η πτήση θα έχει καθυστέρηση▼
το τιμολόγιο είναι υπερήμερο▼
... έχει καθυστέρηση▼
↑