Hungarian-Greek dictionary »

egyén meaning in Greek

HungarianGreek
egyén

άτομο (το)◼◼◼

πρόσωπο◼◼◼

αντικείμενο◼◼◻

θέμα◼◻◻

υποκείμενο◼◻◻

άνθρωπος

υπήκοος

egyéni

ατομικός◼◼◼

προσωπικό◼◼◻

άτομο◼◼◻

επί μέρους◼◻◻

προσωπικός◼◻◻

egyéni gazdasági vállalkozás célja

στόχοι των επιμέρους επιχειρηματικών κλάδων

egyéniség

ατομικότητα

η προσωπικότητα

προσωπικότητα