Hungarian-Greek dictionary »

díszít meaning in Greek

HungarianGreek
díszít

διακόσμηση◼◼◼

αγλαΐζω

διακοσμώ

στολίζω (-σω), διακοσμώ (-ήσω)

díszített

διακόσμηση

díszítmény

διακόσμηση

στολίδι

díszítés

διακόσμηση◼◼◼

στολίδι

στολισμός

díszítő

διακοσμητική◼◼◼

διακοσμητικό◼◼◼

διακοσμητικός

feldíszít

διακοσμώ