Hungarian-Greek dictionary »

bán meaning in Greek

HungarianGreek
bán

μετανιώνω

(meg)bán (vmit)

μετανιώνω

bánat

θλίψη

λύπη

οδύνη

πόνος

συντριβή

bánatos

λυπημένος (-η-ο)

bánik

(viselkedik vkivel) (συμπερι)φέρομαι (-θώ)(+σε)

bánj vele jól

Να της φερθείς καλά

bánt

θλίβω

πειράζω (-ξω), (bántalmaz) κακοποιώ (-ήσω), (elszomorít) στενοχωρώ (-ήσω)

πονώ

bántalom

παράπονο

bán

επιθετικός

προσβλητικός

bánya

ορυχείο (orycheio)◼◼◼

μεταλλείο (metalleio)

ναρκοθετώ

ορυχείο/μεταλλείο/νάρκη

το μεταλλείο, το ορυχείο

bányaakna

φρέαρ◼◼◼

bányafeltöltés

πλήρωση ορυχείου (μεταλλείου)

bányaipar

εξορυκτική βιομηχανία

bányaterület helyreállítása

αποκατάσταση χώρου εξόρυξης

bányatörvény

νόμος (νομοθεσία) περί εξόρυξης

bányász

ανθρακωρύχος

λαγουμιτζής

μεταλλωρύχος

bányászat

εξόρυξη◼◼◼

μεταλλεία◼◻◻

Bányászat

Μεταλλευτική◼◼◼

bányászat szabályozás

κανονισμός εξόρυξης

bányászati

εξόρυξη

μεταλλεία

bányászati hulladék

απόβλητα ορυχείων (εξόρυξης)

bányászati körzet

θέση (περιοχή) εξόρυξης

bányászati termék

εξορυκτικό προϊόν

bányászás

εξόρυξη◼◼◼

bánásmód

μεταχείριση◼◼◼

12