Hungarian | Greek |
---|---|
alma | μήλο◼◼◼ μηλιά◼◻◻ |
almabor | μηλίτης◼◼◼ μηλόκρασο◼◻◻ |
almafa | |
almalé | χυμός μήλου◼◼◼ |
almanach | αλμανάκ◼◼◼ |
akkumulátor ártalmatlanítás | |
alkalmanként | |
alkalmas | εφαρμογή◼◼◼ κατάλληλος◼◼◼ ικανός◼◼◼ προσαρμογή◼◼◻ κρίση◼◼◻ έτοιμος◼◻◻ πιθανός◼◻◻ |
alkalmas technológia | |
alkalmatlan | ακατάλληλος◼◼◼ ανεπαρκής◼◻◻ |
alkalmatlanság | αναπηρία◼◼◼ |
alkalmaz | χρήση◼◼◼ πρόσληψη◼◻◻ συναφής◼◻◻ κατάλληλος◼◻◻ χρησιμότητα◼◻◻ (vmit) εφαρμόζω (-σω), (munkára fölvesz) προσλαμβάνω (προσλάβω, προσέλαβα) |
alkalmazható | εφαρμόσιμος◼◼◼ κατάλληλος◼◼◼ συναφής◼◻◻ |
alkalmazkodik |