Hungarian-Greek dictionary »

áru meaning in Greek

HungarianGreek
elárultad a barátaidat!

πρόδωσες τους φίλους σου!

elárusítónő

κορίτσι

πωλήτρια

felpróbálhatnám ezeket? (cipők, nadrágok esetében, vagy amikor egynél több árucikket szeretne felpróbálni)

μπορώ να δοκιμάσω αυτά; (για παπούτσια, παντελόνια και για όταν θέλετε να δοκιμάσετε πάνω από ένα αντικείμενο)

fémáru

σιδηρικά◼◼◼

hozzájárul

συγκατάθεση◼◼◼

συναίνεση◼◼◻

συναινώ◼◻◻

(elősegít) συμβάλλω (συμβάλω)

εισφέρω

συμβάλλω

συνδράμω

συνεισφέρω

συντελώ

hozzájárul, elősegít

συμβάλλω (συμβάλω)

hozzájárulás

συνεισφορά◼◼◼

συνδρομή◼◼◼

εισφορά◼◼◻

συνεργασία◼◼◻

διανομή◼◻◻

υπογραφή◼◻◻

επιβεβαίωση◼◻◻

(vmi elősegítése) η συμβολή, (anyagi) η συνεισφορά, (jóváhagyás) η συναίνεση, η έγκριση

húsáru

αλλαντικό

járulék

η εισφορά◼◼◼

συνεισφορά◼◼◻

συνεργασία◼◻◻

járulék fizetés

καταβολή των εισφορών

járulékos

παράρτημα◼◼◼

εγγύηση◼◼◻

βοηθητικός◼◻◻

επικουρικός◼◻◻

συμπληρωματικός◼◻◻

kapok utazási hozzájárulást?

θα καλύπτονται τα έξοδα μεταφοράς;

kedvezményes kiárusítás

μειωμένη τιμή

kiárusítás

πώληση◼◼◼

έκπτωση

mindez hozzájárult a sikeréhez

όλα αυτά συνέβαλαν στην επιτυχία του, (anyagilag) συνεισφέρω (+tárgyeset vmivel)

pénzügyi hozzájárulás

χρηματική συνεισφορά/χρηματοδοτική συμμετοχή

szezonvégi kiárusítás

εκπτώσεις

123