Greek | Hungarian |
---|---|
συγκρότημα | egység◼◼◼ együtt◼◼◻ csoport◼◼◻ együttes◼◼◻ egész◼◻◻ csoportosít◼◻◻ |
συγκρότημα διαμερισμάτων | |
συγκρότημα με διαμερίσματα | |
(pl. zenei) το συγκρότημα | |
έχεις κανένα αγαπημένο συγκρότημα; | |
αστικό (πολεοδομικό) συγκρότημα | konurbáció◼◼◼ |
παίζω σε ένα συγκρότημα |