Greek | Hungarian |
---|---|
μερίδα | adag◼◼◼ szakasz◼◻◻ |
μερίδα του λέοντος | oroszlánrész◼◼◼ |
γράφτηκα συνδρομητής στην εφημερίδα | |
είδα την αγγελία σας στην εφημερίδα | |
εφημερίδα | napilap◼◼◼ újság◼◼◻ folyóirat◼◼◻ papír◼◼◻ hírlap◼◻◻ magazin◼◻◻ |
εφημερίδα (efimerída) | újság◼◼◼ hírlap◼◻◻ |
εφημερίδα (η) | |
θα θέλατε μια εφημερίδα; |