Greek | Hungarian |
---|---|
εγκατάσταση | telephely◼◼◼ oldal◼◼◻ felállítás◼◼◻ részlet◼◻◻ installáció◼◻◻ |
εγκατάσταση γεώτρησης | |
εγκατάσταση για την οποία απαιτείται έγκριση | |
εγκατάσταση δεξαμενών καυσίμου | |
εγκατάσταση εργοταξίου κατασκευών | |
εγκατάσταση καθαρισμού | |
εγκατάσταση υγιεινής | |
εγκατάσταση υψηλής επικινδυνότητας | |
ανέγερση εγκατάστασης (οικοδομής) | |
βιομηχανική εγκατάσταση | üzem◼◼◻ |
βιομηχανική εγκατάσταση (μονάδα) [κτήριο] | üzem◼◼◼ |
δημόσια εγκατάσταση | |
επανεγκατάσταση | áttelepülés◼◼◼ |
επικίνδυνη εγκατάσταση | |
επισκευή εγκατάστασης | |
η εγκατάσταση | létesítmény◼◼◼ letelepedés◼◼◻ |
νέα εγκατάσταση | |
πρότυπη μονάδα/πειραματική εγκατάσταση | |
πυρηνική εγκατάσταση | |
τοποθεσία (χώρος, περιοχή) εγκατάστασης βιομηχανιών | |
υγειονομική εγκατάσταση | |
χημική εγκατάσταση |