dicţionar Maghiar-Greac »

abba înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
abba

για να◼◼◼

αυτά

αυτές

αυτή

αυτό

για

να

που

τόσο

ότι

ώστε

abba kellene hagynia a dohányzást

θα πρέπει να κόψετε το κάπνισμα

abbahagy

διακοπή◼◼◼

κόβω

παύω

σταματώ (-άω, -ήσω)

abbahagytam a dohányzást

έχω κόψει το τσιγάρο

abbamarad

παύω

σταματώ

abban

εκεί

abban a helyzetben vagyok, hogy...

είμαι στη θέση να..., mi a helyzet? τι γίνεται;

a lehető leggyorsabban

το ταχύτερο δυνατό / όσο το δυνατό πιο γρήγορα / όσο πιο γρήγορα γίνεται

beszélj lassabban, nem értelek!

μίλα πιο αργά, δε σε καταλαβαίνω!

kérem beszéljen lassabban

παρακαλώ μιλήστε πιο αργά

megáll, abbahagy

σταματάω

újabban

πρόσφατα◼◼◼

τελευταία◼◼◻

προσφάτως◼◻◻