dicţionar Maghiar-Greac »

ó înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
akkumuláció

συσσώρευση◼◼◼

aktualizáció

επικαιροποίηση◼◼◼

akvizíció

απόκτηση◼◼◼

alacsony szintű technológia

χαμηλή τεχνολογία◼◼◼

alapozó

αστάρι◼◼◼

επίχρισμα◼◼◼

αστάρωμα◼◼◻

ίδρυμα

ίδρυση

φον ντε τεν

alapító

ιδρυτής◼◼◼

θεμελιωτής

alattvaló

θέμα

υπήκοος

υποκείμενο

υποκείμενος

albedó

λευκαύγεια◼◼◼

albínó

αλμπίνος

Aleppó

Χαλέπι◼◼◼

alhálózat

υποδίκτυο◼◼◼

alkalmas technológia

ενδεδειγμένη τεχνολογία

alkalmazható

εφαρμόσιμος◼◼◼

κατάλληλος◼◼◼

συναφής◼◻◻

alkalmazkodó

ευέλικτος◼◼◼

alkalmazott táplálkozási mód

εφαρμοσμένη διαιτητική

alkalmazott ökológia

εφαρμοσμένη οικολογία

alkotó

συστατικό◼◼◼

δημιουργός◼◼◼

δημιουργικός

alkotórész

συστατικό◼◼◼

συνιστώσα◼◻◻

εξάρτημα◼◻◻

allegória

αλληγορία

alliteráció

παρήχηση

Allotrópia

Αλλότροπα

alsó

κατώτερος◼◼◼

μικρότερος◼◼◻

κατεβάζω

ο/η/το κάτω

78910

Istoricul cautarilor